- υπουργία
- η1. το αξίωμα και η υπηρεσία του υπουργού.2. το χρονικό διάστημα της παραμονής υπουργού στην εξουσία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ὑπουργία — ὑπουργίᾱ , ὑπουργία service rendered fem nom/voc/acc dual ὑπουργίᾱ , ὑπουργία service rendered fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπουργία — η / ὑπουργία, ΝΜΑ, και ιων. τ. ὑπουργίη Α [ὑπουργός] νεοελλ. 1. το αξίωμα και το έργο τού υπουργού («η υπουργία του ήταν πολύ αποδοτική») 2. ο χρόνος θητείας ενός υπουργού («έκανε σημαντικές αλλαγές στην πρώτη υπουργία του») μσν. αρχ. 1. υπηρεσία … Dictionary of Greek
ὑπουργίᾳ — ὑπουργίαι , ὑπουργία service rendered fem nom/voc pl ὑπουργίᾱͅ , ὑπουργία service rendered fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίας — ὑπουργίᾱς , ὑπουργία service rendered fem acc pl ὑπουργίᾱς , ὑπουργία service rendered fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίαι — ὑπουργία service rendered fem nom/voc pl ὑπουργίᾱͅ , ὑπουργία service rendered fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίαν — ὑπουργίᾱν , ὑπουργία service rendered fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργιῶν — ὑπουργία service rendered fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίαις — ὑπουργία service rendered fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίην — ὑπουργία service rendered fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουργίης — ὑπουργία service rendered fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)